Σε μια άκρη του κόσμου, ανάμεσα σε λιβάδια γεμάτα ανεμώνες και λόφους που μιλούσαν στον άνεμο, ζούσε ένα μικρό αγόρι που το έλεγαν Τζίμη. Κάθε πρωί ξυπνούσε με τον ήλιο στο πρόσωπο και το πρώτο πράγμα που άκουγε ήταν το κελάηδισμα των πουλιών και η φωνή της μαμάς του, γλυκιά και τραγουδιστή:
«Καλημέρα, φως μου!»
Ο Τζίμης είχε έναν φίλο, έναν μαλλιαρό, άσπρο σκυλάκο που τον έλεγαν Σπάικ. Ήταν από μικρά παιδιά αχώριστοι. Έτρεχαν στους αγρούς, έκαναν πικνίκ κάτω από τα δέντρα και έβρισκαν «θησαυρούς» κουκουνάρια, περίεργες πετρούλες, φύλλα που έμοιαζαν με καρδιές.
💗💗💗💗💗💗💗💗
Μια μέρα, λίγο πριν ξημερώσει η Γιορτή της Μητέρας, ο Τζίμης ξύπνησε με μια ανησυχία στην καρδιά του. Κάθισε στο παραθύρι του και κοίταξε έξω, τον κόσμο που άρχιζε να ξυπνά σιγά-σιγά.
«Θέλω να της δώσω κάτι που να είναι μοναδικό… κάτι που να λέει «σ’ αγαπώ» με τρόπο μαγικό...» ψιθύρισε.
Ο Σπάικ, σαν να άκουσε τη σκέψη του, τίναξε τα αυτιά του και τον κοίταξε γεμάτος περιέργεια. Ο Τζίμης φόρεσε το αγαπημένο πράσινο μπλουζάκι του, πήρε το μικρό σακίδιό του και είπε:
«Πάμε, Σπάικ. Θα βρούμε το πιο όμορφο λουλούδι του κόσμου.»
💗💗💗💗💗💗💗💗
Ο δρόμος τους τούς έφερε στο Δάσος των Ψιθύρων. Λένε πως εκεί μέσα ζουν λουλούδια, που ανθίζουν μόνο για τις πιο καθαρές καρδιές και δέντρα που τραγουδούν σε εκείνους που αγαπούν βαθιά. Η σιωπή του δάσους ήταν γλυκιά. Τα φύλλα ψιθύριζαν μυστικά καθώς περπατούσαν και ο Σπάικ μύριζε το γλυκό αεράκι σαν να έψαχνε το σωστό μονοπάτι.
Μετά από λίγο συνάντησαν ένα ποταμάκι που τραγουδούσε σιγανά καθώς έρεε μπροστά τους. Από το νερό του ξεπήδησε μια φωνή που ζητούσε έναν στίχο...
💗💗💗💗💗💗💗💗
Η αγάπη μου για σένα, μαμά, είναι φως και καλοσύνη,
σαν το λουλούδι που ανθεί, στην πιο κρυφή μου μνήμη.
Είναι το γέλιο της αυγής, το χάδι στο σκοτάδι,
είναι φτερά που με πετούν στις αγάπης το λιμάνι.
Είσαι βροχή που με δροσίζει, ήλιος μες στην καρδιά μου,
το χέρι που με σήκωσε, στα πρώτα βήματά μου.
Είσαι το δέντρο το γερό, στου χρόνου τις θυσίες,
κι η φλόγα που με κράτησε, μες σ’ όλες τις δοκιμασίες.
Μαμά, εσύ είσαι ποίημα, γραμμένο με ψυχή,
μια λέξη γεμάτη αγάπη, που πάντα θα αντηχεί.
Μέσα στα μάτια σου γλυκά, ο κόσμος λάμπει αλλιώς
και στη ματιά σου η ζωή, γίνεται ουρανός.
Το νερό χαμογέλασε τρυφερά και αποτραβήχτηκε, ανοίγοντας το μονοπάτι.
💗💗💗💗💗💗💗💗
Πιο βαθιά στο δάσος, ένα πουλί με φωνή σαν καμπανάκι τούς ρώτησε:
«Τι είναι το πιο αληθινό στον κόσμο;»
Ο Τζίμης απάντησε:
«Η αγκαλιά της μαμάς μου.»
Το πουλί χαμογέλασε. Ναι, χαμογέλασε! Και πέταξε μπροστά, οδηγώντας τους σε ένα ξέφωτο.
Εκεί… ήταν!
Ένα λουλούδι, φωτεινό σαν αστερόσκονη. Στεκόταν μόνο του μέσα σε κύκλο από φως. Τα πέταλά του άλλαζαν χρώμα, από ροζ σε χρυσό, από μπλε σε πράσινο, σαν να μιλούσε με τη γλώσσα των συναισθημάτων. Ο Τζίμης πλησίασε αργά. Το λουλούδι έλαμψε πιο δυνατά, σαν να τον αναγνώρισε. Ο Τζίμης άπλωσε τα χέρια του με προσοχή, έσκαψε λίγο το χώμα γύρω του και το έβγαλε απαλά από τη ρίζα σαν να μην ήθελε να το πάρει, αλλά να το προσκαλέσει να έρθει μαζί του. Το λουλούδι υπάκουσε, και μια απαλή λάμψη τύλιξε τα δάχτυλά του, σαν ευχαριστώ.
💗💗💗💗💗💗💗💗
Στο δρόμο της επιστροφής, ο ήλιος έγερνε και ο ουρανός γέμιζε χρώματα. Ο Τζίμης κράταγε το λουλούδι με τα δύο του χέρια, και ο Σπάικ περπατούσε περήφανα δίπλα του, σαν να είχε συμμετάσχει σε μεγάλη αποστολή.
Όταν έφτασαν στο σπίτι, η μαμά καθόταν στον κήπο, πλέκοντας σιωπηλά ένα πουλοβεράκι για τον μικρό της Τζίμη. Τον είδε να έρχεται και χαμογέλασε, μα όταν είδε το φως στο χέρι του παιδιού της, το χαμόγελο έσβησε για λίγο, για να κάνει χώρο στη συγκίνηση.
Ο Τζίμης στάθηκε μπροστά της.
«Μαμά... αυτό το λουλούδι το βρήκα στο δάσος, εκεί που πάνε μόνο όσοι αγαπούν αληθινά. Ήθελα να σου χαρίσω κάτι που να λέει «σ’ αγαπώ» χωρίς λόγια. Γιατί δεν υπάρχουν λέξεις αρκετές.»
Η μαμά πήρε το λουλούδι στα χέρια της. Και τότε… συνέβη κάτι αναπάντεχο και μαγικό. Το φως του λουλουδιού απλώθηκε σιγά, αγκαλιάζοντάς τους και τους τρεις, σαν μια ευχή, σαν μια αγκαλιά από τον ουρανό.
Τα μάτια της γέμισαν δάκρυα.
«Το πιο φωτεινό δώρο της ζωής μου… είσαι εσύ, Τζιμάκο μου.»
Και τον κράτησε κοντά της, μαζί με τον Σπάικ, ενώ το λουλούδι έλαμπε σιωπηλά, σαν να καταλάβαινε ότι η αποστολή του είχε ολοκληρωθεί.
❤️ Τέλος ❤️
❤️ Ή... η αρχή του κάθε "σ’ αγαπώ" που γεννιέται από ένα παιδί για τη μαμά του. ❤️
Για περισσότερα παραμύθια κάντε LIKE στη σελίδα μας στο FB!
Αν σας άρεσε το παραμύθι αφήστε πιο κάτω το σχόλιό σας!
Η Έρη Χριστοφορίδου, γνωστή με το ψευδώνυμο Λυδία Φαντασία, ζωντανεύει κόσμους όπου τα όνειρα και οι μύθοι συναντιούνται. Κάθε παραμύθι της είναι μια πύλη προς την αστείρευτη φαντασία, εκεί όπου η μαγεία χορεύει με τα χρώματα της καρδιάς.
© [2025] [Έρη Χριστοφορίδου]
1 comments:
Υπέροχο !
Δημοσίευση σχολίου