Ήταν μια φορά και έναν καιρό ένα όμορφο ξωτικό που ζούσε με τον πατέρα και την μητριά του. Ο πατέρας του ήταν καλόκαρδος, η μητριά του όμως ήταν μία πανούργα κακιά μάγισσα.
Όποτε λοιπόν το ξωτικό αναρωτιόταν αν είναι όμορφο, η μητριά του του έλεγε δες στον καθρέφτη και πάντα έβλεπε ένα κακάσχημο είδωλο.
Κάποια στιγμή απελπίστηκε, πήγε στο δάσος, μακριά από το σπίτι του και έβαλε τα κλάματα. Τότε το είδε η καλή νεράιδα του δάσους και του είπε:
- Γιατί ένα τόσο όμορφο ξωτικό κάθεται εδώ μόνο του και κλαίει;
- Δεν είμαι όμορφο, ότι και να κάνω είμαι άσχημο και οι άλλοι είναι πιο όμορφοι από μένα...
- Μα πώς μπορείς να το λες αυτό; Είσαι όμορφο, πανέμορφο!
- Έτσι το λες για να με παρηγορήσεις, αφού στον καθρέφτη φαίνομαι άσχημος...
- Έχω και εγώ έναν καθρέφτη εδώ, για κοίτα λίγο!
- Σου λέω δ.. εεεε; Μαααα; Π-πώς είναι δυνατόν; Είναι ότι πιο όμορφο έχω δει!
- Δεν είναι όλοι οι καθρέφτες καθαροί, υπάρχουν κάποιοι μαγεμένοι από την ασχήμια της ψυχής των άλλων, που όσο και αν του κοιτάζεις, ασχήμια θα βλέπεις.
Το ξωτικό ευχαρίστησε την καλή νεράιδα, πήγε, πήρε τον πατέρα του και έζησαν αυτοί καλά και εμείς καλύτερα!
Ηθικό δίδαγμα: Εκεί έξω υπάρχουν υπάρχουν αρκετοί χαλασμένοι καθρέπτες, αλλάξτε τους όσο είναι καιρός!
Αν σας άρεσε το παραμύθι αφήστε πιο κάτω το σχόλιό σας!
Ευχαριστούμε!!!
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου