Ήτανε μια κοπέλα στο Πεκίνο
που ’λεγε πάντα «Δώσ’ μου κι απ’ εκείνο».
Και σαν της τα δώσαν όλα,
έσκασε σαν πασαβιόλα
και την κλάψανε πολύ στο Πεκίνο.
Hτανε μια γριά από τη Λιβύη
που διάβαζε του Πλουτάρχου τσοι βίοι.
Όταν τέλειωνε έναν τόμο,
τον επέταγε στο δρόμο
τούτη η σκολαστικιά απ’ τη Λιβύη.
΄Hτανε μια μικρή από τη Bραζιλία
που φώναζε: «Για πες μου, βράζει, Ηλία,
το σινάπι που ’χα βάλει
προχτές βράδυ στο τσουκάλι
για να κάνει ποδόλουτρο η Κυρία;».
Ένας μαχαραγιάς από το Γάγγη
είχε στη μύτη κρεμασμένο ένα σπαράγγι.
Tο κουνούσε, το κουνούσε,
απ’ τον ύπνο κουτουλούσε
και κοιμότανε στις όχθες του Γάγγη.
Ήτανε μια κοπέλα στην Προύσα
μισή μελαχρινή και μισή ρούσα.
Mε χρωματιστές κορδέλες
είχε δέσει τριάντα βδέλλες
και τις έβοσκε τριγύρω στην Προύσα.
Ήτανε μια Κυρία στο Kόγκο
που χάθηκε μέσα στο λόγκο.
Καθώς κοίταε να δει
πού να πάει για να βγει,
παίζαν τα δάχτυλά της μ’ ένα φιόγκο.
Αν σας άρεσε το παραμύθι αφήστε πιο κάτω το σχόλιό σας!
Γιώργος Σεφέρης
ebooks.edu.gr
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου