ΟΙ ΑΓΚΑΛΙΕΣ ΤΗΣ ΜΑΜΑΣ ΛΑΜΠΟΥΝ ΣΑΝ ΑΣΤΕΡΙΑ
Μακριά, σε έναν τόπο όπου τα δέντρα χόρευαν με τον άνεμο και τα λουλούδια τραγουδούσαν με τις ακτίνες του ήλιου, ζούσαν μία μαμά κι ένα κοριτσάκι, η Μαρίνα. Η Μαρίνα είχε μάτια σαν σταγόνες πρωινής δροσιάς και μια καρδιά που χτυπούσε με το ρυθμό των ονείρων, και η μαμά της, η Αριάδνη, ήταν η πιο γλυκιά και φωτεινή ψυχή σε όλο τον κόσμο.
ΤΟ ΠΙΟ ΦΩΤΕΙΝΟ ΛΟΥΛΟΥΔΙ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΜΑ
Η ΜΑΓΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια πόλη γεμάτη ζωντάνια και φασαρία, ζούσε ένα κορίτσι που δεν αγαπούσε καθόλου τους ήχους της. Η μικρή Σοφία ενοχλούνταν κάθε μέρα από τις κόρνες των αυτοκινήτων, τις φωνές στους δρόμους, τους ήχους των ταξί και τις σειρήνες. Όλα αυτά της φαίνονταν ένας ατελείωτος θόρυβος που δεν σταματούσε ποτέ.
Ο ΗΛΙΟΣ ΠΟΥ ΕΧΑΣΕ ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΤΟΥ
Η ΝΕΡΑΪΔΑ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΥ ΛΟΥΛΟΥΔΙΟΥ
Στην καρδιά του Απρίλη, όταν η άνοιξη ξεκινούσε να ζωγραφίζει τον κόσμο με χρώματα και αρώματα, η μικρή Αριάδνη, με τα μάτια γεμάτα περιέργεια, έβγαινε κάθε πρωί στον κήπο της, αναζητώντας τα πιο όμορφα λουλούδια μιας και της άρεσε να πλέκει λουλουδένια στεφάνια. Όμως, εκείνη τη χρονιά, κάτι διαφορετικό φαινόταν να την περιμένει.
Η ΠΕΤΑΛΟΥΔΑ ΠΟΥ ΑΛΛΑΞΕ ΤΟ ΣΚΟΤΑΔΙ
Σε μια μακρινή κοιλάδα, γεμάτη με μυρωδιές λουλουδιών και γαλήνη, ζούσε μια μικρή πεταλούδα που λεγόταν Λουσία. Ήταν διαφορετική από τις άλλες πεταλούδες, γιατί δεν είχε τα φωτεινά χρώματα που συνήθως είχαν οι φίλες της. Η Λουσία ήταν μια πεταλούδα με φτερά γκρι και μαύρα, σαν τη νύχτα, και δεν ένιωθε ποτέ πραγματικά όμορφη.
Η ΕΥΧΗ ΤΗΣ ΙΡΙΔΑΣ
Κανείς δεν ήξερε πότε ακριβώς έπεσε το πεφταστέρι. Άλλοι είπαν λίγο μετά τα μεσάνυχτα, όταν η θάλασσα ήταν ακόμα γυαλί και τα φώτα της πόλης έμοιαζαν με αναστεναγμούς στον ορίζοντα. Μόνο η μικρή Ιρίδα το είδε να πέφτει. Ήταν ξυπόλητη στο μπαλκόνι, με μια ευχή έτοιμη στο στόμα και μια καρδιά που ήθελε απαντήσεις...
Η ΠΡΙΓΚΙΠΙΣΣΑ ΤΗΣ ΑΝΘΙΣΜΕΝΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ
Η ΝΕΡΑΪΔΑ ΠΟΥ ΞΕΧΑΣΕ ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΤΗΣ
Στο βάθος ενός δάσους που δεν περπατιέται με βήματα, αλλά με αναμνήσεις, υπήρχε κάποτε ένας τόπος που τον έλεγαν Αιωνόφωτο. Το φως εκεί δεν έμοιαζε με του ήλιου, ούτε με του φεγγαριού. Ήταν κάτι διαφορετικό. Ήταν ένα φως που γεννιόταν μέσα από τις ρίζες, τις αναπνοές, τα μυστικά των φύλλων και τις ιστορίες που ψιθύριζαν οι πεταλούδες μεταξύ τους, όταν δεν τις έβλεπε κανείς.
ΤΟ ΚΟΥΤΙ ΜΕ ΤΙΣ ΛΕΞΕΙΣ
ΟΙ ΔΥΟ ΧΕΛΩΝΕΣ ΚΑΙ Η ΓΟΡΓΟΝΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ
Η ΝΕΦΕΛΗ ΚΑΙ Η ΣΙΩΠΗΛΗ ΟΜΙΧΛΗ ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ
Η Νεφέλη κοιμόταν ήρεμα, αλλά τα όνειρά της ήταν γεμάτα θολές εικόνες και ήχους από έναν κόσμο που φαινόταν να έχει ξεχάσει τη μαγεία του. Η άνοιξη, το αγαπημένο της κομμάτι του κόσμου, είχε παγώσει, και το μικρό κορίτσι αισθανόταν την απουσία της σαν ένα βάρος στην καρδιά της. Τα λουλούδια, που συνήθως γέμιζαν τον αέρα με αρώματα, είχαν μαραθεί και οι πεταλούδες που τόσο αγαπούσε δεν πετούσαν πια.
Η ΝΕΡΑΪΔΑ ΤΟΥ ΧΙΟΝΙΟΥ
Σε μια εποχή όπου το χιόνι σκέπαζε κάθε γωνιά της γης, υπήρχε μια νεράιδα που ζούσε στις κορυφές των βουνών, εκεί όπου ο άνεμος έφερνε σιωπή και το κρύο πάγωνε την καρδιά του κόσμου. Η νεράιδα είχε το χάρισμα να ελέγχει το χιόνι, αλλά το πιο σπάνιο χάρισμά της ήταν η ικανότητα να διαβάζει τις καρδιές των ανθρώπων - τον πόνο, την ελπίδα, την αγάπη και τη λύπη.
Η ΚΡΥΣΤΑΛΛΙΝΗ ΚΑΡΔΙΑ ΚΑΙ ΤΟ ΜΥΣΤΙΚΟ ΤΟΥ ΜΑΓΕΜΕΝΟΥ ΛΟΥΛΟΥΔΙΟΥ
Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα βασίλειο που απλωνόταν πίσω από μυστηριώδη βουνά και μαγεμένα δάση, ζούσε μια μικρή πριγκίπισσα με το όνομα Ελέρια. Η Ελέρια ήταν μια από τις πιο όμορφες και ταυτόχρονα πιο μοναχικές υπάρξεις του βασιλείου. Η καρδιά της ήταν φτιαγμένη από κρύσταλλο, τόσο λαμπερό και διάφανο, που όταν γελούσε, ο ήλιος το έλουζε με τις χρυσές του ακτίνες, κάνοντάς το να λάμπει σαν αστέρι.
Η ΡΟΖΑΛΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΜΑΓΙΚΑ ΑΥΓΑ ΤΩΝ ΑΣΤΕΡΙΩΝ
Η ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΗΣ ΠΙΣΤΗΣ
Κάποτε, σε έναν μυστηριώδη κόσμο γεμάτο φωτεινές δασικές εκτάσεις και μαγικές κοιλάδες, υπήρχε ένα δέντρο που όλοι το θεωρούσαν ξεχωριστό. Το έλεγαν Το Δέντρο της Υπομονής. Όχι επειδή ήταν το πιο ψηλό ή το πιο όμορφο, αλλά γιατί είχε μια μοναδική δύναμη. Κάθε του κλαδί, κάθε του φύλλο, κρυβόταν μια ιστορία για την υπομονή και την επιμονή.
ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ
Σε έναν κόσμο που είχε ξεχάσει τον χρόνο, υπήρχε ένας κρυμμένος τόπος γεμάτος μυστήριο. Στον κήπο της Χαμένης Ευτυχίας, το φως είχε μια άλλη όψη, πιο απαλή και γεμάτη υποσχέσεις, κι ο αέρας έφερνε μαζί του αναστεναγμούς από το παρελθόν - από όνειρα και μυστικά που είχαν χαθεί με τον καιρό. Τα πάντα έμοιαζαν σαν να είχαν σταματήσει να περνούν με τον χρόνο, σαν να υπήρχε μια αίσθηση αιωνιότητας που τα διαπερνούσε.
Η ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΧΡΩΜΑΤΙΣΤΟΥ ΑΥΓΟΥ
Μια αχνή, γαλήνια αυγή ξύπνησε το Δάσος των Λουλουδιών, και κάθε γωνιά του ήταν γεμάτη από χρώματα, τραγούδια πουλιών και απαλές μυρωδιές. Όμως, φέτος, κάτι δεν πήγαινε καλά. Η μαγεία του Πάσχα, που συνήθως γέμιζε τον αέρα και τους ουρανούς του δάσους με μια ανεξήγητη ζωντάνια, ήταν κάπως αχνή, λες και κάτι της έλειπε. Στην καρδιά του δάσους, το φως φαινόταν να έχει εξασθενήσει και ο αέρας είχε χάσει την ελαφρότητά του.
ΤΟ ΑΣΤΕΡΙ ΠΟΥ ΧΑΘΗΚΕ ΣΤΗ ΓΗ
Μια αχτίδα φωτός, μικρή και λαμπερή σαν σκόνη από αστερόσκονη, έπεσε από τον ουρανό τη νύχτα της Ανάστασης, φέρνοντας μαζί της τον ψίθυρο της αγάπης και της ελπίδας που αναγεννιόταν στη γη. Σαν να είχε πέσει από την αγκαλιά του ίδιου του Θεού, το αστέρι στριφογύρισε απαλά στον αέρα, αφήνοντας πίσω του μια διαδρομή φωτός. Όταν τελικά έφτασε στη γη, κατέληξε σε ένα λιβάδι γεμάτο με πασχαλιές και ανοιξιάτικα λουλούδια που λικνίζονταν απαλά στον αέρα, σαν να χόρευαν στους ήχους της άνοιξης. Η νύχτα ήταν γεμάτη με την ευωδιά του γιασεμιού και τη γλυκιά μυρωδιά της βροχής που είχε πέσει λίγες ώρες πριν.