Η ΜΑΓΕΜΕΝΗ ΝΕΡΑΙΔΑ

Μια φορά και έναν καιρό, δίπλα σε ένα ποτάμι, ήταν χτισμένο το βασίλειο των νεράιδων. Τα σπιτάκια τους μισοκρύβονταν από τις φτέρες. Ο βασιλιάς του νεραιδοβασιλείου Άδμητος και η βασίλισσα Βιολέτα έμεναν μαζί με τα παιδιά τους σε ένα παλάτι από φύλλα και πέταλα λουλουδιών, που τα μπαλκόνια σκέπαζαν οι κληματαριές.
Η μεγαλύτερη κόρη τους, πριγκίπισσα Ρέα, ήταν όμορφη, με μαύρα μάτια και καστανά μαλλιά. Η αδερφή της, κατάξανθη πριγκίπισσα Λίζα, όμως, ήτα η πιο όμορφη από όλες τις νεράιδες. Ήταν τόσο αξιολάτρευτη, που η Ρέα τη ζήλευε πολύ και ένιωθε δυστυχισμένη.

Ο βασιλιάς ήταν συνεχώς απασχολημένος με τις υποθέσεις του βασιλείου του και η βασίλισσα φρόντιζε τα μικρότερα παιδιά της. Έτσι, δεν είχαν προσέξει τη δυστυχία της μεγάλης τους κόρης. Όσο μεγάλωνε η Λίζα και γινόταν όλο και πιο όμορφη τόσο ζήλευε η Ρέα. Κάποια στιγμή κατάλαβε πως είχε την ικανότητα να κάνει μάγια, ένα σπάνιο και πολύτιμο χάρισμα.
Είχε αποφασίσει να το χρησιμοποιεί πάντα για καλό. Ζήλευε όμως τόσο πολύ την αδερφή της, που γρήγορα άλλαξε γνώμη. Έδωσε εντολή να φτιάξουν ένα χρυσό βραχιόλι και αφού του έκανε μάγια το πρόσφερε στην αδερφή της.

Η καλόκαρδη Λίζα ενθουσιάστηκε με το πανέμορφο δώρο της αδερφής της.

-Θα το φοράω πάντα! της είπε χαρούμενη. Είσαι τόσο γλυκιά! Η καλύτερη αδερφή του κόσμου!

Η Ρέα δεν απάντησε, γιατί ήξερε ότι τα μάγια είχαν ήδη πέσει πάνω στη Λίζα. Σε λίγο θα άρχισε να νιώθει κουρασμένη και δε θα μπορούσε να πετάξει όπως οι άλλες νεράιδες. Έτσι ικανοποίησε τη ζήλια της. Όμως, ήξερε ότι είχε προκαλέσει μεγάλο κακό.
Σε ένα γειτονικό νεραιδοβασίλειο υπήρχε ένα παλάτι πνιγμένο στα λουλούδια. Εκεί, δύο ωραίοι πρίγκιπες, ο Άαρον και ο Έκτορας, ετοιμάζονταν να φύγουν μακριά για να βρουν νεραιδοπριγκίπισσες και να τις παντρευτούν.
-Να διαλέξετε τις συζύγους σας με σοφία, τους συμβούλευσε ο βασιλιάς Άβεν. Θα πρέπει να έχουν βασιλικό αίμα, να είναι όμορφες....
- ... και καλοσυνάτες, συμπλήρωσε η βασίλισσα Μπελ.
-Να έχουν υγεία, συνέχισε ο βασιλιάς, για να πετάνε μαζί σας και να σας βοηθούν σε όλα τα προβλήματα. Μην ξεχνάς Άαρον, πως αυτό το βασίλειο θα γίνει δικό σου μια μέρα, ενώ εσύ Έκτορα, θα κυβερνήσεις το άλλο μας βασίλειο, στην άκρη του χειμάρρου.

Οι πρίγκιπες πέταξαν μακριά, μαζί με τα μικρά ξωτικά τους. Ο πρίγκιπας Άαρον είχε ακούσει από μια μέλισσα πως δύο όμορφες νεραιδοπριγκίπισσες ζούσαν κοντά στο ποτάμι.

-Ζουν στο παλάτι κρυμμένο ανάμεσα στις φτέρες, βούιξε. Τις είδα όταν πήγα στο ποτάμι να πιω νερό.

Όταν η νύχτα σκέπασε με τα πέπλα της τη γη, οι πρίγκιπες έφτασαν στο παλάτι του βασιλιά Άδμητου. Τους υποδέχτηκαν μικρά ξωτικά με τις τρομπέτες τους. Ο βασιλιάς και η βασίλισσα τους καλοδέχτηκαν και τους γνώρισαν τις δυο μεγαλύτερες κόρες τους.
Ο πρίγκιπας Έκτορας δεν μπορούσε να πάρει τα μάτια του από την πανέμορφη Λίζα. Η καρδιά του χτυπούσε τόσο δυνατά που νόμιζε ότι θα σπάσει. Ο πρίγκιπας Άαρων ενθουσιάστηκε με την καστανομάλλα Ρέα και την αγάπησε αμέσως.

-Το αποφάσισα! Εγώ θα παντρευτώ την πριγκίπισσα Ρέα, είπε λίγο αργότερα στον αδερφό του. Είναι γεμάτη υγεία και δύναμη, ενώ ή μικρότερη αδερφή της, η Λίζα, μοιάζει αδύναμη.
-Δε με νοιάζει, δήλωσε αποφασιστικά ο πρίγκιπας Έκτορας. Η Λίζα θα γίνει δική μου γυναίκα. Θα ζητήσω το χέρι της.

Την άλλη μέρα ο Έκτορας είδε τη Λίζα να περπατά ανάμεσα στις βιολέτες και της ζήτησε ευγενικά να γίνει γυναίκα του.
-Αγαπημένε μου πρίγκιπα, αναστέναξε η Λίζα, σκύβοντας στενοχωρημένη το κεφάλι της. Δεν μπορώ να πετάξω. Και δεν μπορώ να γίνω γυναίκα σου και να σταθώ δίπλα σου βασίλισσα.

Ο πρίγκιπας, αφού σκέφτηκε λιγάκι, της είπε:

-Γλυκιά μου πριγκίπισσα, δεν υπάρχει άλλη για μένα. Αύριο θα πω στους γονείς μου πως καλύτερα να μην γίνω βασιλιάς. Είναι αλήθεια πως ένας πρίγκιπας πρέπει να παντρευτεί μια πριγκίπισσα που να μπορεί να πετά. Αν όμως δεν είναι πρίγκιπας, μπορεί να παντρευτεί την αληθινή του αγάπη, είτε πετά είτε όχι!

Ύστερα πέταξε μακριά για να ζητήσει σε γάμο την πριγκίπισσα Λίζα από το βασιλιά Άδμητο. Μόλις απομακρύνθηκε, η Λίζα έβαλε τα κλάματα.
-Δεν μπορώ να αφήσω τον αγαπημένο μου πρίγκιπα να καταστρέψει τη ζωή του για χάρη μου, είπε ανάμεσα στους λυγμούς της. Θα φύγω μακριά για να μην μπορεί να με βρει. Έτσι, θα με ξεχάσει και θα παντρευτεί μια άλλη πριγκίπισσα που μπορεί να πετά.

Περπατώντας ανάλαφρα πάνω στα φύλλα των νούφαρων πάτησε πάνω σε ένα φύλλο που επέπλεε στο νερό. Γρήγορα το φύλλο, με το δυνατό ρεύμα του ποταμού, τη μετέφερε κάτω στην κοιλάδα.

Στο μεταξύ ο βασιλιάς Άδμητος και οι δύο πρίγκιπες συζητούσαν. Ο βασιλιάς επαίνεσε τον πρίγκιπα Έκτορα για τη δύναμη της αγάπης του, αλλά του είπε να μην παραιτηθεί από το βασίλειο του πριν συμβουλευτεί τους γονείς του.
Ξαφνικά, τους ειδοποίησαν πως η πριγκίπισσα Λίζα είχε χαθεί και άρχισαν όλοι να ψάχνουν παντού να την βρουν.

Μετά από αρκετές μέρες οι ελπίδες τους χάθηκαν. Δεν μπορούσαν να τη βρουν πουθενά. Τότε, ο πρίγκιπας Έκτορας ανακοίνωσε σε όλους πως δε θα σταματούσε να ψάχνει μέχρι να βρει την αγαπημένη της καρδιάς του. Ο αδερφός του, ο βασιλιάς και η βασίλισσα μάταια προσπάθησαν να τον μεταπείσουν. Πέταξε μακριά μόνος του και έφτασε σε άγριες κοιλάδες που δεν είχαν ξαναπετάξει νεράιδες.

Κάποια στιγμή ο πρίγκιπας Άαρον βρήκε τη δική του αγαπημένη, την πριγκίπισσα Ρέα, δίπλα στο ποτάμι.
Καθόταν στενοχωρημένη και τα μάτια της ήταν γεμάτα δάκρυα.

-Ρέα μου, της είπε, θέλω να μου πεις την αλήθεια. Εσύ φταις για τα προβλήματα της αδερφής σου, έτσι δεν είναι;
-Το ξέρεις; ρώτησε έκπληκτη η πριγκίπισσα, κοιτάζοντας τον με τα μεγάλα κατάμαυρα μάτια της.
-Το υπέθεσα, απάντησε ο Άαρον. Αν μου πεις τι έχει συμβεί , θα μπορέσω να σε βοηθήσω.

Η πριγκίπισσα Ρέα, ανακουφισμένη, άρχισε να διηγείται στον πρίγκιπα τι είχε κάνει.
-Ήμουν άρρωστη από τη ζήλια, του είπε κλαίγοντας. Χρησιμοποίησα το χάρισμά μου για κακό αντί για καλό. Κατέστρεψα τη ζωή της Λίζας και τώρα καταστρέφω και τη δική μου ζωή.
-Αχ, Ρέα, είπε γλυκά ο Άαρον. Καταλαβαίνω πως μετάνιωσες ειλικρινά για όσα έκανες. Ας ελπίσουμε πως ο αδερφός μου θα βρει τη Λίζα και θα την φέρει πίσω.

Το φύλλο μετέφερε τη Λίζα κάτω στα λιβάδια και μετά άρχισε να βυθίζεται. Η πριγκίπισσα κατάφερε να βγει στη στεριά. Ξεκουράστηκε στη σκιά των φύλλων και έφαγε βατόμουρα και φράουλες.

Πολλά βατραχάκια που ζούσαν ανάμεσα στις καλαμιές την πλησίασαν και δεν άργησαν να γίνουν οι καλύτεροι της φίλοι.

Της είπαν πως μπορούσε να μείνει στο καταφύγιο της όσο καιρό ήθελε, μόνο που έπρεπε να προσέχει έναν τρομερό και φοβερό δράκο. Ο δράκος πεταγόταν κάπου-κάπου μέσα από το νερό, ψάχνοντας να βρει μύγες και βατράχια για να φάει.
-Μπορεί να τρώει και νεράιδες! είπε ένα βατραχάκι. Αν τον δεις, τρέξε γρήγορα να κρυφτείς!

Οι μέρες κυλούσαν ήσυχα. Ένα ζεστό απόγευμα η πριγκίπισσα καθόταν δίπλα στο νερό παρέα με τους μικρούς της φίλους, όταν ξαφνικά προσγειώθηκε δίπλα της ο πρίγκιπας Έκτορας!

-Σε βρήκα επιτέλους! φώναξε χαρούμενος.

Η πριγκίπισσα ξαφνιάστηκε στην αρχή, αλλά μετά χάρηκε πολύ που τον είδε. Ήταν έτοιμη να πέσει στην αγκαλιά του, όταν ένας τεράστιος δράκος βγήκε έξω από το νερό και όρμησε καταπάνω τους.
Τα βατραχάκια άρχισαν να τρέχουν εδώ κι εκεί σαν τρελά.

-Τρέξε Λίζα! φώναξε ο πρίγκιπας, σηκώνοντας το σπαθί του για να αντιμετωπίσει το δράκο.

Αλλά ο δράκος τίναξε την ουρά του και τον πέταξε κάτω.

Η Λίζα δεν είχε κουνηθεί από τη θέση της. Είδε το δράκο να σκύβει πάνω στον πρίγκιπα και σκέφτηκε πως ήταν έτοιμος να τον καταβροχθίσει. Δεν είχε κανένα όπλο μαζί της, ούτε υπήρχε καμιά πέτρα εκεί κοντά για να του ρίξει. Έτσι, έβγαλε το μαγικό βραχιόλι που φορούσε και το πέταξε στο κεφάλι του δράκου.
Το βραχιόλι άστραψε στο φως του ήλιου. Ο δράκος το έπιασε με το στόμα του στον αέρα και το κατάπιε στη στιγμή. Αμέσως το μαγικό βραχιόλι αφαίρεσε από πάνω του όλη του τη δύναμη. Ο δράκος έπεσε στο ποτάμι και χάθηκε στα νερά του.

Ο δράκος είχε τραυματίσει τον πρίγκιπα Έκτορα, αλλά η πριγκίπισσα Λίζα έφτιαξε επιδέσμους από ιστούς αράχνης και περιποιήθηκε τις πληγές του με βότανα από το ποτάμι.

Ο πρίγκιπας άρχισε σιγά-σιγά να ξαναβρίσκει την δύναμή του, το ίδιο και η Λίζα που ανακάλυψε πως μπορούσε πάλι να πετάξει. Σε λίγες μέρες αποχαιρέτισαν τους φίλους τους, τα βατραχάκια, και πέταξαν μαζί πίσω, στο βασίλειο του βασιλιά Άδμητου.
Όταν έφτασαν, όλοι τους υποδέχτηκαν ενθουσιασμένοι! Ετοίμασαν γιορτές και πανηγύρια και ανακοίνωσαν πως η πριγκίπισσα Ρέα θα παντρευόταν τον πρίγκιπα Άαρον, ενώ η Λίζα τον αγαπημένο της Έκτορα. Κάποια στιγμή η Ρέα εξομολογήθηκε στην αδερφή της το κακό που της είχε κάνει και της ζήτησε συγγνώμη. Η καλοσυνάτη Λίζα τη συγχώρεσε αμέσως και τα δύο ζευγάρια άρχισαν ευτυχισμένα να σχεδιάζουν τους γάμους τους.

Ο διπλός γάμος είχε μεγάλη επιτυχία. Ήταν τόσο όμορφος, που κανένας στην κοιλάδα δεν θα τον ξεχνούσε ποτέ. Ήταν καλεσμένο όλο το νεραιδοβασίλειο. Από τη βασιλική νεραιδοοικογένεια μέχρι την πιο ταπεινή μέλισσα, το πιο ταπεινό ποντικάκι.

Τα ευτυχισμένα νεραιδοζευγάρια πέταξαν μακριά για τα καινούργια τους βασίλεια ανάμεσα στα πολύχρωμα λουλούδια. Από εκείνη τη μέρα η πριγκίπισσα Ρέα χρησιμοποιούσε το μαγικό της χάρισμα μονάχα για καλό και όλοι έζησαν και ζουν ευτυχισμένοι. Και ο δράκος, που τον είχε καταπιεί το ποτάμι, ποτέ, μα ποτέ δεν ξαναφόβισε τα βατραχάκια.



Μαγευτικά παραμύθια με νεράιδες της Σίρλευ Μπάρμπερ

kid123.gr

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου