ΟΙ ΚΟΡΕΣ ΚΑΙ Ο ΘΗΣΑΥΡΟΣ

Κάποτε υπήρχε μια οικογένεια η οποία είχε επτά κόρες. Μια μέρα ο πατέρας τους πήγε στο δάσος για να μαζέψει ξύλα και βρήκε επτά αυγά πάπιας. Επέστρεψε σπίτι και είπε στην γυναίκα του να τα μαγειρέψει για τους ίδιους και να μην το πει στις κόρες τους.

Το βράδυ η μεγαλύτερη ξύπνησε και είδε την μητέρα της να μαγειρεύει. Την ρώτησε τι φτιάχνει και η μητέρα της αφού της είπε, της έδωσε ένα αυγό να φάει λέγοντας της να μην το πει στις υπόλοιπες. Λίγο αργότερα ξύπνησε και η δεύτερη και ακολούθησε ο ίδιος διάλογος. 
Μέχρι το πρωί δεν είχε μείνει κανένα αυγό και ο πατέρας, εξοργισμένος, ζήτησε από τις κόρες του να τον ακολουθήσουν στην γιαγιά τους με σκοπό όμως να τις παρατήσει σε ένα πέρασμα στο βουνό για να τις φάνε οι λύκοι. Όλες οι κόρες το κατάλαβαν εκτός από τις δύο μικρότερες οι οποίες και δέχτηκαν.
Μετά από αρκετές ώρες ταξιδιού πάνω στο καρότσι και το άλογο, ο πατέρας τους είπε να κατέβουν ώστε να πάει πρώτος στο χωριό και να πει στην γιαγιά τους ότι έρχονται. Έτσι κι έγινε και χρειάστηκε να περάσουν λίγες ώρες για να καταλάβουν οι δύο κόρες ότι ο πατέρας τους δεν θα επέστρεφε.
Έτσι αποφάσισαν να βρουν καταφύγιο μέσα στο δάσος του βουνού. Κάποια στιγμή είδαν έναν βράχο ο οποίος ήταν ότι πρέπει για «μαξιλάρι». Άρχισαν να τον σπρώχνουν για να τον πάνε κάτω από ένα φυσικό «στέγαστρο» που είχαν βρει και συνειδητοποίησαν ότι ο βράχος αυτός έκλεινε την είσοδο μιας σπηλιάς. Μέσα από την σπηλιά έβγαινε έντονο φως και αφού μπήκαν μέσα οι δύο κόρες, ανακάλυψαν πολύτιμα πετράδια και κέρματα τα οποία έλαμπαν. Χαρούμενες έπεσαν να κοιμηθούν στα δύο χρυσά κρεβάτια που βρίσκονταν δίπλα και σκεπάστηκαν με τα χρυσά σεντόνια. 
Το ίδιο βράδυ στην σπηλιά μπήκε ένας λύκος και μια αλεπού. Ο λύκος μύρισε ανθρώπινη σάρκα αλλά η αλεπού δεν τον πίστεψε μιας και όπως έλεγε η ίδια ήταν αδύνατο να μπει άνθρωπος στην σπηλιά. Για να μην κρυώνουν το βράδυ αποφάσισαν να κοιμηθούν μέσα στις δύο κατσαρόλες που ήταν ακόμη ζεστές από τα κάρβουνα πάνω στα οποία ήταν τοποθετημένες.
Το επόμενο πρωί οι δύο κόρες ξύπνησαν, είδαν τον λύκο και την αλεπού μέσα στις κατσαρόλες και επειδή φοβήθηκαν, τις έκλεισαν με τα καπάκια τους και έβαλαν πάνω αρκετές πέτρες. Στην συνέχεια άναψαν δυνατή φωτιά και παρά τις προσπάθειες του λύκου και της αλεπούς να τις πείσουν να τους βγάλουν, δεν ξεγελάστηκαν και κράτησαν την φωτιά. 


Οι κόρες πέρασαν χαρούμενες μέρες στην σπηλιά αυτή μέχρι που ο πατέρας τους μετάνιωσε για ότι είχε κάνει και έτρεξε στο σημείο που τις είχε αφήσει πριν μέρες για να τις βρει. Ακούμπησε πάνω στον βράχο που έκλεισε την σπηλιά και χτύπησε την πίπα του πάνω για να την καθαρίσει από τις στάχτες. Οι κόρες το άκουσαν, άνοιξαν την σπηλιά και την ίδια μέρα επέστρεψαν όλοι μαζί στο σπίτι μαζί με όλο τον θησαυρό.

Για περισσότερα παραμύθια κάντε LIKE στη σελίδα στο FB!!!
Παραμύθι από την Κίνα

kid123.gr

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου