ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΓΙΑΓΙΑΣ γεννήθηκαν στις 21/05/2014

Ο ΤΟΜΑΣ, Ο ΜΕΘΥΣΤΑΚΑΣ


Ο Τομάς, ο ταβερνιάρης του χωριού, ήταν εύσωμος και γεροδεμένος. Τα μάγουλά του ήταν πάντα ροδοκόκκινα και η μύτη του έμοιαζε με πιπεριά, καθώς του άρεσε πολύ να πίνει. Η γυναίκα του, η κυρία Αθουθένα, ήταν πολύ τακτική και εργατική. Κάθε μέρα ξυπνούσε από τα χαράματα και άρχιζε να σκουπίζει με αξιοζήλευτη προσοχή. Τακτοποιούσε τα πάντα και ύστερα έβαζε τις φωνές στον σύζυγό της, που ήταν αρκετά τεμπέλης. 

-Τομάς, σήκω πια, ο πετεινός έχει ήδη λαλήσει τρεις φορές.
-Άσε με λιγάκι ακόμα, δεν κοιμήθηκα καθόλου καλά...
-Άντε σήκω. Κι εγώ πέρασα μία απαίσια νύχτα. Νομίζω ότι στο κελάρι υπάρχουν ποντίκια που δεν σταματούν να κάνουν θόρυβο. Αν δεν ήμουν λογικός άνθρωπος θα έλεγα ότι τα άκουσα να τραγουδάνε. 
-Έλα τώρα, γυναίκα. Μη λες ανοησίες. Ούτε όταν είμαι μεθυσμένος δεν κάνω τέτοιες σκέψεις. Άκου κάτι πράγματα! Ποντίκια που τραγουδάνε...



Και ο Τομάς, χωρίς να το πολυσκεφτεί, γύρισε από την άλλη, σκεπάστηκε με την κουβέρτα και συνέχισε να ροχαλίζει ανενόχλητος. Ο γιος του, ο Τομασίν, ένα παιδί δώδεκα χρονών, πήρε τη θέση του πατέρα του στην ταβέρνα γιατί ο Τομάς ήταν τόσο ζαλισμένος από το μεθύσι που δεν μπορούσε να σταθεί όρθιος. 

-Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί, μουρμούρισε η κυρία Αθουθένα. Τα παιδιά πρέπει να παίζουν, όχι να δουλεύουν όλη την ημέρα σε αυτή την τρυφερή ηλικία. Αχ, παιδί μου! Δεν ξέρω τι θα κάνω με τον πατέρα σου... Λυπάμαι που το λέω, αλλά από τότε που αποκτήσαμε την ταβέρνα δεν είναι ικανός για τίποτα. Και  εκείνο το κελάρι μου φαίνεται ότι είναι στοιχειωμένο. Δεν άκουσες χθες το βράδυ τη γιορτή που γινόταν εκεί κάτω; 
-Μπα, ήμουν τόσο κουρασμένος που κοιμήθηκα αμέσως.

Ο Τομασίν έφυγε, ενώ η κυρία Αθουθένα έμεινε στην ταβέρνα, βυθισμένη στις σκέψεις της. Κατά το μεσημεράκι πήγε εκεί η κυρία Εουλάλια, μία παράξενη ηλικιωμένη γεροντοκόρη. Ντυνόταν πάντοτε περίεργα, με μακριές φούστες γεμάτες βολάν και με λουλούδια στο κεφάλι της. 

-Αχ, καλή μου Εουλάλια, παραπονέθηκε η κυρία Αθουθένα βλέποντας τη φίλη της. Δεν ξέρω τι θα κάνω με αυτό τον άνθρωπο. Περνάει τη ζωή του μπεκροπίνοντας. Τα βγάζω πέρα μόνη χάρη στη βοήθεια του γιου μου, ενώ τις νύχτες δεν μπορώ να κλείσω μάτι γιατί στο κελάρι κάτι ποντίκια στήνουν τρελό γλέντι... Νομίζω μάλιστα ότι πίνουν και μερικά ποτηράκια, γιατί δεν μένει σχεδόν καθόλου κρασί και ο άντρας μου, όσο πολύ κι αν πίνει δεν μπορεί να το κάνει τόσο γρήγορα!
-Πρόκειται για δουλειά των καλικάντζαρων, πίστεψέ με υποστήριξε η κυρία Εουλάλια. 
-Καλικάντζαροι; Αυτό μου έλειπε τώρα, να είναι η ταβέρνα μας στοιχειωμένη. Και τι μπορώ να κάνω για να λύσω τα μάγια; 
-Άκου προσεκτικά: απόψε το βράδυ τοποθέτησε έναν κουβά με νερό στην είσοδο του κελαριού. Άσε, επίσης, ένα ποτήρι με γάλα και λίγα ψίχουλα.
-Και αυτό γιατί;
-Οι γυναίκες των καλικάντζαρων είναι εργατικές. Αν μείνουν ικανοποιημένες, αν μπορέσουν να λούσουν τα παιδιά τους με ψωμί βουτηγμένο σε γάλα, θα νιώσουν πολύ ευχαριστημένες και θα βάλουν σε τάξη τους άντρες τους. 
-Με όλο μου τον σεβασμό, Εουλάλια, δεν μου κάνει εντύπωση που λένε ότι είσαι τρελή. Τι θα σκεφτεί για εμένα η οικογένειά μου αν με δουν να κάνω όλα αυτά που είπες; 
-Άκου τι σου λέω. Βάλε, επίσης, στην είσοδο του κελαριού κουταλάκια με καφέ και αλάτι για να μπορέσουν ύστερα να ξεμεθύσουν. Αυτό το μέρος είναι στοιχειωμένο. Μυρίζει καλικάντζαρους από μακριά.



Όταν ήρθε το βράδυ, η κυρία Αθουθένα έκανε όλα όσα της είπε η Εουλάλια και τη νύχτα άκουσε στο κελάρι έντονες, αλλά ακαταλαβίστικες συζητήσεις. Όταν σηκώθηκε, διαπίστωσε ότι το νερό του κουβά ήταν βρόμικο και ότι το ψωμί και το γάλα είχαν φαγωθεί. Επίσης, ήταν άδεια τα κουταλάκια με τον καφέ και το αλάτι...

-Καλημέρα, γυναίκα. Άντε, ετοίμασέ μου ένα ωραίο πρωινό, είπε ο Τομάς όταν σηκώθηκε. Σήμερα κοιμήθηκα σαν βασιλιάς.

Η κυρία Αθουθένα ετοίμασε ένα νόστιμο πρωινό: τηγανητά λουκάνικα, μπέικον, ομελέτα και ένα φρέσκο καρβέλι ψωμί. Ο Τομάς δούλεψε με τέτοια όρεξη που έμοιαζε άλλος άνθρωπος. 

Όταν ήρθε το βράδυ, το κελάρι ήταν τόσο σιωπηλό ώστε η κυρία Αθουθένα τόλμησε να ρίξει μία ματιά από την κλειδαρότρυπα. Τότε είδε κάτι απίστευτο. Ένα σωρό πράσινα καλικαντζαράκια μάζευαν όσο πιο γρήγορα μπορούσαν τα πράγματά τους και έφευγαν από τη χαραμάδα ενός τοίχου, ενώ έκαναν ένα σωρό παράπονα:


 

-Αυτό το μέρος είναι εντελώς στεγνό!
-Πως θα μπορέσουμε να πιούμε αν το αφεντικό έκοψε το ποτέ;
-Πάμε όλοι στο διπλανό χωριό!
-Το μόνο μέρος που θα πάτε είναι το δάσος να φυτέψετε λαχανικά, είπαν οι γυναίκες τους θυμωμένες!



Και, τελικά, εξαφανίστηκαν. Η κυρία Αθουθένα φόρεσε τότε τα καλά της, έκοψε μερικά τριαντάφυλλα από τον κήπο της, έψησε ένα αφράτο κέικ με σταφίδες και πήγε χαρούμενη να ευχαριστήσει τη φίλη της, την κυρία Εουλάλια, γιατί χωρίς της πολύτιμη βοήθειά της η ζή της δεν θα είχε γίνει πάλι φυσιολογική. 


Υποσημείωση: Κείμενo και φωτογραφίες από το βιβλίο "Παραμύθια με Μάγους, Νεράιδες και Ξωτικά", Εκδόσεις Καρακώτσογολου

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΖΕΤΕ ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΓΙΑΓΙΑΣ

ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΠΟΥ ΔΙΑΒΑΖΕΤΕ ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ ΤΗΣ ΓΙΑΓΙΑΣ

ΠΑΡΑΜΥΘΑΔΕΣ ΑΝΑ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ

Flag Counter
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...